Σήμερα έλαβα ένα τηλεφώνημα, δύο μηνύματα στο κινητό και τέσσερα μέηλ από ανθρώπους που κρατούσαν στα χέρια τους το "ζουμί του πετεινού" και θυμήθηκα τον φίλο μου συγγραφέα Τέο Ρόμβο και μια ιστορία που είπε καθώς περπατούσαμε ένα απόγευμα στο λιμάνι της Ερμούπολης.
Είχε βγάλει κάποτε ένα βιβλίο κι επειδή δεν έμενε κι αυτός, όπως κι εγώ, στην Αθήνα, αλλά στη Σύρο, ανυπομονούσε να το δει και να το πιάσει στα χέρια του. Ο εκδοτικός οίκος έβαλε κάποια αντίτυπα σε ένα δέμα και του τα στειλε με το βαπόρι. Κατέβηκε ο Θόδωρος στο λιμάνι και στάθηκε στο σημείο του μόλου όπου συνήθως έπεφτε δίπλα το βαπόρι αλλά ξαφνικά το είδε να κάνει τον ελιγμό του και να κατευθύνει την πρύμνη του προς την αντιδιαμετρική πλευρά του λιμανιού. Μέχρι ο άτυχος συγγραφέας να συνειδητοποιήσει ότι το βαπόρι δεν έρχεται στο σημείο που το περίμενε και μέχρι να τρέξει στην άλλη πλευρά, το πλοίο είχε κατεβάσει τον κόσμο και ξανασήκωνε τη μπουκαπόρτα να σαλπάρει. Ξέρετε όλοι φαντάζομαι πόση λίγη ώρα παραμένουν τα βαπόρια στα λιμάνια των Κυκλάδων, αφού πιάνουν το ένα νησί μετά το άλλο.
Λαχανιασμένος και απογοητευμένος έφτασε στο σημείο πρόσδεσης την ώρα που το βαπόρι είχε ξεκολλήσει μερικά μέτρα από το μόλο κι έφευγε. Και μόλις στάθηκε να το κοιτάζει και σκεφτόταν απελπισμένος πως το βιβλίο του θα συνέχιζε το ταξίδι προς Τήνο και Μύκονο και θα παρατεινόταν για κάμποσες ακόμη ώρες η λαχτάρα του να το δει, είδε με την άκρη του ματιού του ένα ταλαίπωρο πακέτο πεταμένο σε μιαν άκρη της προκυμαίας. Πλησίασε και διάβασε το όνομά του που ήταν γραμμένο πάνω. Ο λοστρόμος το είχε πετάξει έξω για να το βρει ο παραλήπτης του. Κι έτσι έφτασε στα χέρια του συγγραφέα το βιβλίο του και τον έκανε, παρόλη την περιπέτεια, να χαμογελάσει από ευχαρίστηση. Ίσως να μεγάλωσε κιόλας η ευχαρίστηση μετά την περιπέτεια, ποιος ξέρει...
Γεια σου Θόδωρε!
Είχε βγάλει κάποτε ένα βιβλίο κι επειδή δεν έμενε κι αυτός, όπως κι εγώ, στην Αθήνα, αλλά στη Σύρο, ανυπομονούσε να το δει και να το πιάσει στα χέρια του. Ο εκδοτικός οίκος έβαλε κάποια αντίτυπα σε ένα δέμα και του τα στειλε με το βαπόρι. Κατέβηκε ο Θόδωρος στο λιμάνι και στάθηκε στο σημείο του μόλου όπου συνήθως έπεφτε δίπλα το βαπόρι αλλά ξαφνικά το είδε να κάνει τον ελιγμό του και να κατευθύνει την πρύμνη του προς την αντιδιαμετρική πλευρά του λιμανιού. Μέχρι ο άτυχος συγγραφέας να συνειδητοποιήσει ότι το βαπόρι δεν έρχεται στο σημείο που το περίμενε και μέχρι να τρέξει στην άλλη πλευρά, το πλοίο είχε κατεβάσει τον κόσμο και ξανασήκωνε τη μπουκαπόρτα να σαλπάρει. Ξέρετε όλοι φαντάζομαι πόση λίγη ώρα παραμένουν τα βαπόρια στα λιμάνια των Κυκλάδων, αφού πιάνουν το ένα νησί μετά το άλλο.
Λαχανιασμένος και απογοητευμένος έφτασε στο σημείο πρόσδεσης την ώρα που το βαπόρι είχε ξεκολλήσει μερικά μέτρα από το μόλο κι έφευγε. Και μόλις στάθηκε να το κοιτάζει και σκεφτόταν απελπισμένος πως το βιβλίο του θα συνέχιζε το ταξίδι προς Τήνο και Μύκονο και θα παρατεινόταν για κάμποσες ακόμη ώρες η λαχτάρα του να το δει, είδε με την άκρη του ματιού του ένα ταλαίπωρο πακέτο πεταμένο σε μιαν άκρη της προκυμαίας. Πλησίασε και διάβασε το όνομά του που ήταν γραμμένο πάνω. Ο λοστρόμος το είχε πετάξει έξω για να το βρει ο παραλήπτης του. Κι έτσι έφτασε στα χέρια του συγγραφέα το βιβλίο του και τον έκανε, παρόλη την περιπέτεια, να χαμογελάσει από ευχαρίστηση. Ίσως να μεγάλωσε κιόλας η ευχαρίστηση μετά την περιπέτεια, ποιος ξέρει...
Γεια σου Θόδωρε!
Μοναδικό συναίσθημα για το δημιουργό να περιμένει με λαχτάρα να πιάσει στα χέρια του το νέο του βιβλίο...μοναδικό συναίσθημα και για τους αναγνώστες που αδημονούν να αρχίσουν να το διαβάζουν...
ΑπάντησηΔιαγραφή